- Κολωνοῦ
- Κολωνόςhillmasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κολωνοῦ — κολωνός hill masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αθήνα — Πρωτεύουσα της Ελλάδας, από τις 18 Σεπτεμβρίου 1834, και του νομού Αττικής, το μεγαλύτερο πνευματικό, βιομηχανικό και οικονομικόεπιχειρησιακό κέντρο της χώρας. Βρίσκεται σε Β πλάτος 37° 58’ 20,1’’ και μήκος 23° 42’ 58,815’’ Α του Γκρίνουιτς. Στην … Dictionary of Greek
Афины — У этого термина существуют и другие значения, см. Афины (значения). Город Афины Αθήνα … Википедия
Κολωνήθεν — Κολωνῆθεν (Α) επίρρ. από τον δήμο τού Κολωνού. [ΕΤΥΜΟΛ. κύριο όν. Κολωνός + επιρρμ. κατάλ. (ῆ)θεν, η οποία δηλώνει τήν από τόπου κίνηση (πρβλ. αγορ ήθεν, Αχαρννήθεν)] … Dictionary of Greek
Κολωνεύς — Κολωνεύς, ὁ (Α) [Κολωνός] ο κάτοικος τού δήμου Κολωνού … Dictionary of Greek
Οιδίπους — Μυθικός ήρωας του θηβαϊκού κύκλου. Οι γονείς του, ο βασιλιάς των Θηβών Λάιος και η βασίλισσα Ιοκάστη, μόλις γεννήθηκε τον παράδωσαν σε ένα βοσκό για να τον αφήσει στον Κιθαιρώνα να πεθάνει, επειδή το δελφικό μαντείο τους είχε προφητέψει πως το… … Dictionary of Greek
αγορά — I Η λέξη προέρχεται από το ρήμα αγείρω (συναθροίζω) και αρχικά σήμαινε τη συνάθροιση, αργότερα τον τόπο όπου συναθροίζονταν οι πολίτες του αρχαίου ελληνικού άστεως για να πληροφορηθούν ή να συζητήσουν τα δημόσια πράγματα και τις ιδιωτικές τους… … Dictionary of Greek
αγόρα — I Η λέξη προέρχεται από το ρήμα αγείρω (συναθροίζω) και αρχικά σήμαινε τη συνάθροιση, αργότερα τον τόπο όπου συναθροίζονταν οι πολίτες του αρχαίου ελληνικού άστεως για να πληροφορηθούν ή να συζητήσουν τα δημόσια πράγματα και τις ιδιωτικές τους… … Dictionary of Greek
βουκόλος — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Ηρακλή από τη Μάρνη, κόρη του Θεσπία. 2. Γιος του Κολωνού και αδελφός του Όχεμου, του Λέοντα και της Όχνης. 3. Γιος του Ιπποκόοντα, που σκοτώθηκε με τον πατέρα του και τον αδελφό του στη Λακεδαίμονα από τον … Dictionary of Greek
κολωνός — Ονομασία με την οποία αναφέρονται τρεις αρχαίοι δήμοι της Αττικής. Αγοραίος Κ. Πήρε την ονομασία του από τον λόφο που βρίσκεται στη δυτική πλευρά της Αγοράς των Αθηνών, εκεί όπου είναι χτισμένο το Θησείο (ο ναός του Ηφαίστου και της Αθηνάς) και… … Dictionary of Greek